................................Καλημέρα στην ηλιόλουστη και ιστορική Αθήνα που αγαπάμε...

~~~

~~~
.....................ΕΛΛΑΔΑ - ΜΝΗΜΕΙΑ - Αρχαιολογικοί χώροι και Μνημεία στην Ελλάδα. Ελληνικός Πολιτισμός

Translate (Μετάφραση)

Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

Η Αθήνα όπως δεν την ξέρουμε

Θανάσης Γιοχάλας - Τόνια Καφετζάκη

Βόλτα στην Αθήνα σημαίνει για τους περισσότερους Αθηναίους έξοδο είτε για ψώνια είτε για φαγητό σε κάποιο γκουρμέ εστιατόριο ή για ποτό σε μπαρ. Και όλα αυτά, εννοείται, με αυτοκίνητο, αφού για τους Ελληνες της εποχής μας το περπάτημα ανήκει στα φριχτότερα μεσαιωνικά βασανιστήρια. Ο,τι άλλο σημαντικό υπάρχει στην πόλη αφορά μόνο τους τουρίστες. Αυτό το άλλο είναι τα «αρχαία», όπως τα λέμε αόριστα, με την αμηχανία που φέρνει η αποξένωση. Ο μέσος Αθηναίος δεν πιστεύει ότι μια περιδιάβαση στην πόλη του μπορεί να του αποκαλύψει κάτι πιο ενδιαφέρον από μια καινούργια βιτρίνα πολυκαταστήματος.
Αυτό οφείλεται στη σπουδή με την οποία η Αθήνα έγινε από χωριό μ' ένδοξο όνομα μεγαλούπολη, προσελκύοντας για καθαρά βιοποριστικούς λόγους μάζες ανθρώπων που δεν δέθηκαν ποτέ μαζί της συναισθηματικά και μεταβίβασαν την αδιάφορη στάση τους στους απογόνους τους. Η Ιστορία αυτής της πόλης δεν έγινε ποτέ δική τους Ιστορία. Η ιστορική μνήμη υπάρχει οπουδήποτε αλλού στην Αθήνα εκτός από τις ψυχές των Αθηναίων. Μιλάει από μόνο του το γεγονός ότι η Ακαδημία του Πλάτωνα ήταν γνωστή στον λαό ώς τις αρχές του εικοστού αιώνα, αν όχι και αργότερα, με το άκρως ποιητικό και σεβαστικό όνομα «Χεζολίθαρο». Και θα θιγεί ασφαλώς η εθνική φιλοτιμία όσων συμπατριωτών μας την αισθάνονται τόσο βαθιά όσο συχνά την επικαλούνται, αν μάθουν ότι κάποια από τα σημαντικότερα μνημεία της Αθήνας, όπως το Θησείο, σώθηκαν χάρη στους… Τούρκους και τουλάχιστον ένα, η θελκτική Καπνικαρέα, χάρη στον πατέρα του Οθωνα, τον βασιλιά Λουδοβίκο Α΄ της Βαυαρίας, ο οποίος φρόντισε να κοπεί ο βήχας των γύρω οικοπεδοφάγων. Ενας καθολικός έσωσε μια ιστορική ορθόδοξη μονή από τα νύχια, ή μάλλον από τους γκασμάδες, των ορθοδόξων!
Και όμως, η Αθήνα, ακόμα και η σημερινή Αθήνα, έχει να παρουσιάσει στον περιηγητή της πολλά αξιοπαρατήρητα δημιουργήματα, τόσο από ιστορική όσο και από αισθητική άποψη, αρκεί αυτός να μπει στον κόπο να τα αναζητήσει, στριμωγμένα ανάμεσα σε άχαρες και καταθλιπτικές κατασκευές, μαραζωμένα σε υποβαθμισμένες και κακόφημες γειτονιές ή αόρατα, ουσιαστικά, λόγω της αδιαφορίας του βλέμματος, που τη γεννάει η συνήθεια. Θα πείσει και τον πιο δύσπιστο για την αλήθεια του πράγματος ο συναρπαστικός και αξιοθαύμαστος, για τον μόχθο που επενδύθηκε σ' αυτόν, οδηγός των Γιοχάλα - Καφετζάκη. Εχουν εκδοθεί παλιότερα και άλλα πολύ ενδιαφέροντα βιβλία που τοπογραφούν την Αθήνα, όπως «Η Αθήνα των ανωνύμων» της αείμνηστης Λίζας Μιχελή, το «Εν Αθήναις, κάποτε…» του Δ. Β. Ηλιόπουλου ή το ειδικότερο, αλλά όχι λιγότερο αξιανάγνωστο «Τα γλυπτά της Αθήνας» της Ζέττας Αντωνοπούλου, για να μην ανατρέξουμε στο απώτερο παρελθόν και τον Καμπούρογλου ή τον Μπίρη. Η ιδιαιτερότητα αυτού εδώ του πονήματος βρίσκεται, πρώτον, στην περιεκτικότητα και τη λεπτολογία του: οι συγγραφείς διέτρεξαν την Αθήνα συνοικία προς συνοικία, δρόμο προς δρόμο, κτίριο προς κτίριο και κατέγραψαν συνοπτικά, αλλά σχεδόν πάντα με ακρίβεια όσες πληροφορίες μπόρεσαν ν' αντλήσουν για τη χρονική διαδρομή αυτών των χώρων. Και, δεύτερον, παρέθεσαν για κάθε τοπόσημο όσες αναφορές της νεοελληνικής λογοτεχνίας ή ξένων παρατηρητών μπόρεσαν να εντοπίσουν (η πολυμέρεια ειδικά των ελληνικών λογοτεχνικών αποσπασμάτων κατέπληξε ακόμα κι εμένα τον «εμπειρογνώμονα»). Με τον τρόπο αυτό δεν σχηματίζουν μόνο το ιστορικό και αρχιτεκτονικό ολόγραμμα της πόλης, αλλά δίνουν επίσης μια ιδέα για το πώς την έζησαν οι κάτοικοι ή οι επισκέπτες της.
Μέσα από τις σελίδες του οδηγού προβάλλει μια Αθήνα που σχεδόν κάθε γωνιά της έχει να διηγηθεί μια περισσότερο ή λιγότερο ενδιαφέρουσα ιστορία, με τα θρυλικά εστιατόρια, ταβέρνες, καφενεία, φιλολογικά στέκια, ξενοδοχεία που υπάρχουν ακόμα ή, συνηθέστερα, δεν υπάρχουν πια, τα υποβλητικά δημόσια κτίρια αλλοτινών εποχών, τα αρχοντικά επιφανών προσωπικοτήτων, τις αρχιτεκτονικά τολμηρές αστικές κατοικίες, τα θέατρα και τους κινηματογράφους, τα παλιά εργοστάσια και τις εργατικές συνοικίες, τις ιστορικά φορτισμένες πλατείες και πάρκα. Είναι ένα χρονικό, σπιθαμή προς σπιθαμή, της Αθήνας μέχρι τις ημέρες μας. Και ταυτόχρονα είναι ένα χρονικό καταστροφών: μας υπενθυμίζει πόσα υπέροχα νεοκλασικά, νουβό αρ, αναγεννησιακού ρυθμού ή παραδοσιακής λαϊκής αρχιτεκτονικής κτίρια κατεδαφίστηκαν αλύπητα τα χρόνια της αντιπαροχής και του μικροαστικού αρχοντοχωριατισμού, πόσα σπίτια εμβληματικών μορφών της πολιτικής και πολιτισμικής Ιστορίας μας σαρώθηκαν (το σπίτι του Κολοκοτρώνη στον φερώνυμο δρόμο, το σπίτι και το κτήμα του Μακρυγιάννη απέναντι από το νέο Μουσείο της Ακρόπολης, η κατοικία του Χαρίλαου Τρικούπη στην Ακαδημίας, το σπίτι του Παλαμά στην αρχή της Ασκληπιού, το σπίτι του Κανάρη στην Κυψέλη, για ν' αναφέρω μόνον όσα μου έρχονται αυτή τη στιγμή στον νου). Πόσο διαφορετική θα ήταν σήμερα η όψη της Αθήνας, αν όλα αυτά είχαν διατηρηθεί, πόσο περισσότερο ανθρώπινο και ιστορικό βάθος, πόσο περισσότερο σχήμα θα είχε αυτή η πόλη, που την κατάντησαν άμορφη και ιστορικά ισοπεδωμένη!
Ασφαλώς ένας τέτοιος οδηγός δεν μπορεί να είναι πλήρης. Προσωπικά θα ήθελα κάποιες πληροφορίες για μερικά παλιά κτίρια που ερεθίζουν τη φαντασία μου, όπως π.χ. το κομψότατο, αλλά ερειπιώδες μέγαρο στον αριθμό 8 της Λεωφόρου Συγγρού (απέναντι από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός) ή το στοιχειωμένο, «εναέριο», ετοιμόρροπο νεοκλασικό αρχοντικό «Αίολος» στην οδό Καλλιδρομίου. Κατανοητή, όμως, και αναμενόμενη η δυσκολία να ιχνηλατηθεί η πορεία στον χρόνο αρκετών από τα αθηναϊκά μνημεία που απομένουν. Περισσότερο ξενίζουν ορισμένες άλλες απουσίες στο βιβλίο, όπως π.χ. η ανασκαφή του Δημοσίου Σήματος στο Μεταξουργείο ή το μόνο οθωμανικό χάνι της Αθήνας που σώζεται, αν και σε κακή κατάσταση, στο Μοναστηράκι. Αλλά για τέτοιες παραλείψεις είναι εύκολη η επανόρθωση σε μια επόμενη έκδοση.
Τον οδηγό αυτόν πρέπει να τον κρατάει κανείς στο χέρι του, καθώς περιδιαβαίνει την Αθήνα. Από αυτή την άποψη, ο μεγάλος όγκος του αποτελεί μειονέκτημα, που θα είχε αμβλυνθεί, αν είχαν ελαττωθεί δραστικά οι, συχνά χωρίς ειδικό βάρος, λογοτεχνικές αναφορές. Επίσης, θα βοηθούσε πολύ η συνοδεία των κειμένων με φωτογραφίες και χάρτες, αλλά καταλαβαίνω ότι αυτό θα έκανε απαγορευτικό το κόστος της έκδοσης. Συνιστάται να συμβουλεύεται κανείς αυτό το βιβλίο παράλληλα με το εξαιρετικό άλμπουμ που έβγαλε πέρσι το Ιστορικό Μουσείο, με καθαρότατες φωτογραφίες της παλιάς Αθήνας, εφοδιασμένες με πολύ λεπτομερείς, τοπογραφικά, λεζάντες.






Σάββατο, 9 Φεβρουαρίου 2013
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Του Δημοσθένη Κούρτοβικ

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Λέξεις και Νομίσματα. Από την Αρχαία Ελλάδα στο Βυζάντιο


Λέξεις και Νομίσματα. Από την Αρχαία Ελλάδα στο Βυζάντιο
ΕΩΣ 17/03/2013
ΓΕΝΕΥΗ


Les mots et les monnaies, de la Grèce ancienne à Byzance

Η έκθεση είναι εμπλουτισμένη με υλικό από τη Νομισματική Συλλογή του ΚΙΚΠΕ (Κοινωφελές Ίδρυμα Κοινωνικού και Πολιτιστικού Κέντρου) με τη μορφή δανείου στο Μουσείο Μπενάκη.
Στόχος της έκθεσης είναι να αναδείξει και να συσχετίσει ιστορίες και μηνύματα μέσα από κείμενα και νομίσματα. Αυτά εξετάζονται μέσα από την κατανόηση της αλληλεπίδρασης και συσχέτισης του ρόλου του κάθε μέσου.
Τόσο ο γραπτός λόγος (τα κείμενα) όσο και τα νομίσματα «μορφοποιούν» μηνύματα επικοινωνίας στις κοινωνίες του παρελθόντος: οι λέξεις αρθρώνοντας τη διατύπωση ισοδύναμων εννοιών και τα νομίσματα, υλοποιώντας την εκτίμηση ισοδύναμων αγαθών.
Τόσο οι λέξεις, όσο και τα νομίσματα ανταλλάσσονται: οι λέξεις ενισχύοντας τις πνευματικές ικανότητες του ανθρώπινου νου και τα νομίσματα, διευκολύνοντας τις οικονομικές δραστηριότητες της ανθρώπινης εφευρετικότητας.
Επιπλέον, τα νομίσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να απεικονίσουν μια γραπτή αφήγηση, ανεξάρτητα τη χρονική περίοδο κατά την οποία παρήχθησαν. Από χέρι σε χέρι, τα νομίσματα, τα χειρόγραφα και τα βιβλία είναι πολύτιμοι φορείς που μεταφέρουν και διατηρούν τη μνήμη μέσω των αιώνων.
Η έκθεση προσκαλεί τους επισκέπτες σε ένα ταξίδι μέσα στο χώρο και το χρόνο. Τα νομίσματα που εκτίθενται απεικονίζουν είκοσι αιώνες ιστορίας, καλύπτοντας την περίοδο από τον 5ο αιώνα π.Χ. έως τον 15ο αιώνα μ.Χ. –από την «ανακάλυψη» της δημοκατίας στην Ελλάδα, έως τη δόξα και την πτώση του Βυζαντίου.
Επιμέλεια έκθεσης: Καθ. Βασιλική Πέννα (επιμελήτρια της νομισματικής συλλογής του ΚΙΚΠΕ), σε συνεργασία με την Καθ. Sylviane Messerli (Υποδιευθύντρια του Ιδρύματος Martin Bodmer)
Σχεδιασμός έκθεσης: Elisabeth Macheret
Υπεύθυνη έκδοσης: Καθ. Βασιλική Πέννα