Μέχρι πρότινος εργαζόταν σε εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών. Παραιτήθηκε πριν από μερικούς μήνες γιατί, όπως λέει σήμερα ο ίδιος, «… κανείς δεν πρέπει να ξεπουλά την αξιοπρέπειά του για 300 ευρώ τον μήνα». Τόσα έπαιρνε για ένα πεντάωρο ασταμάτητων τηλεφωνικών ενοχλήσεων προς δανειολήπτες και οφειλέτες που αδυνατούσαν να εξοφλήσουν τα χρέη τους προς τράπεζες, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας και πάσης φύσεως άλλες υπηρεσίες.
«Οι εισπρακτικές εταιρείες είναι…ό,τι πιο εφιαλτικό έχω βιώσει επαγγελματικά.
Με είχαν υπενοικιάσει μέσω εταιρείας ευρέσεως εργασίας και η σύμβασή μου ανανεωνόταν μήνα με τον μήνα, ώστε σε περίπτωση απόλυσης να μην έχω καν δικαίωμα αποζημίωσης... Το χειρότερο, όμως, ήταν η ίδια η φύση της δουλειάς. Καθημερινά μας πίεζαν με χίλιους δυο τρόπους για να πιάνουμε τους υποτιθέμενους στόχους που είχαν θέσει, ώστε η εταιρεία είτε να εξασφαλίζει ένα ποσοστό από τις οφειλές είτε να διατηρεί στο ακέραιο τη σύμβασή της με τον εντολέα που, τις περισσότερες περιπτώσεις, ήταν τράπεζες».
Ο Ηλίας παραιτήθηκε πριν από τέσσερις μήνες, όταν μια μέρα ένα τηλεφώνημα δεν εξελίχθηκε όπως περίμενε. «Πάντοτε προσπαθούσα να είμαι ευγενικός με τους οφειλέτες, ίσως γιατί ενδόμυχα δεν συμφωνούσα με αυτό που έκανα. Οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν άνεργοι, οικογενειάρχες που ένιωθες μεμιάς την αγωνία στη φωνή τους. Άλλοι τηλεφωνητές ήταν πιο σκληροί στην προσέγγισή τους, πιο αυστηροί, πιο απότομοι.
Μια-δυο φορές είχα ακούσει και απειλές για διαταγές πληρωμών, ασφαλιστικά μέτρα και διάφορα άλλα. Γενικά, η τακτική του εκβιασμού ήταν κάτι που ανεπίσημα ενέκρινε ο επικεφαλής του τμήματος.
“Τρομάξτε τους και λίγο, αλλιώς δεν θα τα πάρουμε ποτέ…”,
μας είχε πει σε ανύποπτη στιγμή, προσφέροντας τις περιβόητες “συμβουλές” του. Δεν το έκανα ποτέ. Κατάλαβα γρήγορα ότι γι’ αυτούς ήμασταν αναλώσιμοι, μηχανές που έκοβαν δανεικό χρήμα. Έφερνες λεφτά, δούλευες. Δεν έφερνες, δεν δούλευες. Κι ας είχες πάρει 100-200 τηλέφωνα την ημέρα. Δεν είχε καμιά σημασία.
Είδα κόσμο να κλαίει από την πίεση, να φεύγει τρέχοντας από το γραφείο. Την επόμενη μέρα καθόταν κάποιος άλλος στη θέση του. Με την ίδια κουρασμένη διάθεση. Προσωπικά, πήρα την απόφαση να φύγω όταν μια μέρα... []
.....τηλεφώνησα σε μια δανειολήπτρια κι εκείνη ξέσπασε σε κλάματα, λέγοντας ότι την είχαν πάρει και την προηγούμενη μέρα από κάποια εισπρακτική, απειλώντας ότι θα της κατασχέσουν περιουσιακά στοιχεία. Της εξήγησα ότι δεν μπορούν να το κάνουν αυτό και να μην ανησυχεί.
Είδα κόσμο να κλαίει από την πίεση, να φεύγει τρέχοντας από το γραφείο. Την επόμενη μέρα καθόταν κάποιος άλλος στη θέση του. Με την ίδια κουρασμένη διάθεση. Προσωπικά, πήρα την απόφαση να φύγω όταν μια μέρα... []
.....τηλεφώνησα σε μια δανειολήπτρια κι εκείνη ξέσπασε σε κλάματα, λέγοντας ότι την είχαν πάρει και την προηγούμενη μέρα από κάποια εισπρακτική, απειλώντας ότι θα της κατασχέσουν περιουσιακά στοιχεία. Της εξήγησα ότι δεν μπορούν να το κάνουν αυτό και να μην ανησυχεί.
Αισθανόμουν ντροπή.
Όταν “αγοράζεις” το χρέος κάποιου, δεν είσαι εταιρεία. Είσαι νταβατζής».
Σήμερα, ο τζίρος που κάνουν οι εισπρακτικές εταιρείες στην Ελλάδα της ύφεσης είναι κάποιες δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, με τις τάσεις των καθαρών κερδών τους να είναι σταθερά ανοδικές. Το 2003 ο τζίρος των εταιρειών ενημέρωσης οφειλετών μετά βίας ξεπερνούσε τα 10 εκατ. ευρώ. Πέντε χρόνια μετά είχε ανέλθει στα 60 εκατ., ενώ τα τελευταία δύο χρόνια έχει σημειωθεί αύξηση του τζίρου κατά 10%.
Για να κινηθούν τα γρανάζια αυτής της θηριώδους μηχανής που έχει στηθεί πάνω απ’ το κουφάρι της ελληνικής οικονομίας, απαιτείται, βέβαια, κάτι περισσότερο από το μαζικό ανθρωποκυνηγητό οφειλετών μέσω τηλεφώνου. Απαιτείται, σε πολλές περιπτώσεις, η καταπάτηση των προσωπικών δεδομένων, η παράβαση του νόμου και, φυσικά, η άγνοια των οφειλετών. Το 2012 έφτασαν στα γραφεία της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή 687 καταγγελίες. Φέτος, ο αριθμός παρουσιάζει αύξηση, αφού το πρώτο μόλις τετράμηνο περισσότεροι από 330 καταγγέλλοντες απευθύνθηκαν στην αρμόδια Αρχή.
Οι περισσότερες εκ των καταγγελιών αφορούσαν τηλεφωνικές οχλήσεις σε ακατάλληλες ώρες στο σπίτι ή το γραφείο, παραβίαση προσωπικών δεδομένων, απειλές, ακόμα και εκβιασμούς. Την ίδια ώρα το Διαδίκτυο βρίθει από χιλιάδες ανεπίσημες καταγγελίες οφειλετών. Πρόσφατα, αποκαλύφθηκε ότι μεγάλη εισπρακτική εταιρεία απέκτησε –άγνωστο με ποιον τρόπο– πρόσβαση σε απόρρητους τηλεφωνικούς αριθμούς δανειοληπτών στην Πάτρα. Παρά το αξιόποινο της πράξης, οι ενοχλήσεις προς τους συνδρομητές δεν σταμάτησαν, τουναντίον, συνοδεύτηκαν από απειλές περί κατασχέσεων και δικαστικών μέτρων.
Μέχρι σήμερα η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή έχει προβεί στην επιβολή προστίμων ύψους 390.000 ευρώ σε έξι εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών, σε έναν δανειστή και μια εταιρεία μη εγγεγραμμένη στο Μητρώο των Εταιρειών Ενημέρωσης. Παράλληλα, σε μια προσπάθεια να ενημερώσει τους πολίτες για τα δικαιώματά τους, έχει αναρτήσει στο επίσημο site της μια σχετική λίστα με συχνές ερωτήσεις. Συνοπτικά, αναφέρουμε ότι απαγορεύεται οι εταιρείες ενημέρωσης να καλούν καθημερινά τον οφειλέτη, να ενοχλούν συγγενικά πρόσωπα, να καλούν στον χώρο εργασίας του, αν και εφόσον δεν είναι αυτός ο μοναδικός αριθμός επικοινωνίας που έχει δηλωθεί, να καλούν σε άλλο τηλεφωνικό αριθμό από αυτόν που έχει δηλώσει ο οφειλέτης και, φυσικά, να καλούν οφειλέτες που έχουν προβεί σε δικαστικές ενέργειες.
Στην πράξη, βέβαια, το νομοθετικό πλαίσιο μοιάζει κομματάκι θολό σε μια κοινωνία που μοιράζεται ανάμεσα σε αυτούς που έχουν, αυτούς που δεν έχουν και αυτούς που αδυνατούν να πληρώσουν όσα έχουν.
Σήμερα, ο τζίρος που κάνουν οι εισπρακτικές εταιρείες στην Ελλάδα της ύφεσης είναι κάποιες δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, με τις τάσεις των καθαρών κερδών τους να είναι σταθερά ανοδικές. Το 2003 ο τζίρος των εταιρειών ενημέρωσης οφειλετών μετά βίας ξεπερνούσε τα 10 εκατ. ευρώ. Πέντε χρόνια μετά είχε ανέλθει στα 60 εκατ., ενώ τα τελευταία δύο χρόνια έχει σημειωθεί αύξηση του τζίρου κατά 10%.
Για να κινηθούν τα γρανάζια αυτής της θηριώδους μηχανής που έχει στηθεί πάνω απ’ το κουφάρι της ελληνικής οικονομίας, απαιτείται, βέβαια, κάτι περισσότερο από το μαζικό ανθρωποκυνηγητό οφειλετών μέσω τηλεφώνου. Απαιτείται, σε πολλές περιπτώσεις, η καταπάτηση των προσωπικών δεδομένων, η παράβαση του νόμου και, φυσικά, η άγνοια των οφειλετών. Το 2012 έφτασαν στα γραφεία της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή 687 καταγγελίες. Φέτος, ο αριθμός παρουσιάζει αύξηση, αφού το πρώτο μόλις τετράμηνο περισσότεροι από 330 καταγγέλλοντες απευθύνθηκαν στην αρμόδια Αρχή.
Οι περισσότερες εκ των καταγγελιών αφορούσαν τηλεφωνικές οχλήσεις σε ακατάλληλες ώρες στο σπίτι ή το γραφείο, παραβίαση προσωπικών δεδομένων, απειλές, ακόμα και εκβιασμούς. Την ίδια ώρα το Διαδίκτυο βρίθει από χιλιάδες ανεπίσημες καταγγελίες οφειλετών. Πρόσφατα, αποκαλύφθηκε ότι μεγάλη εισπρακτική εταιρεία απέκτησε –άγνωστο με ποιον τρόπο– πρόσβαση σε απόρρητους τηλεφωνικούς αριθμούς δανειοληπτών στην Πάτρα. Παρά το αξιόποινο της πράξης, οι ενοχλήσεις προς τους συνδρομητές δεν σταμάτησαν, τουναντίον, συνοδεύτηκαν από απειλές περί κατασχέσεων και δικαστικών μέτρων.
Μέχρι σήμερα η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή έχει προβεί στην επιβολή προστίμων ύψους 390.000 ευρώ σε έξι εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών, σε έναν δανειστή και μια εταιρεία μη εγγεγραμμένη στο Μητρώο των Εταιρειών Ενημέρωσης. Παράλληλα, σε μια προσπάθεια να ενημερώσει τους πολίτες για τα δικαιώματά τους, έχει αναρτήσει στο επίσημο site της μια σχετική λίστα με συχνές ερωτήσεις. Συνοπτικά, αναφέρουμε ότι απαγορεύεται οι εταιρείες ενημέρωσης να καλούν καθημερινά τον οφειλέτη, να ενοχλούν συγγενικά πρόσωπα, να καλούν στον χώρο εργασίας του, αν και εφόσον δεν είναι αυτός ο μοναδικός αριθμός επικοινωνίας που έχει δηλωθεί, να καλούν σε άλλο τηλεφωνικό αριθμό από αυτόν που έχει δηλώσει ο οφειλέτης και, φυσικά, να καλούν οφειλέτες που έχουν προβεί σε δικαστικές ενέργειες.
Στην πράξη, βέβαια, το νομοθετικό πλαίσιο μοιάζει κομματάκι θολό σε μια κοινωνία που μοιράζεται ανάμεσα σε αυτούς που έχουν, αυτούς που δεν έχουν και αυτούς που αδυνατούν να πληρώσουν όσα έχουν.
Αντώνης Ντινιάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου